ΔΕΧΟΜΑΙ: ΜΙΑ ΛΕΞΗ ΜΑΓΙΚΗ
Μια λέξη -δώρο. Κάνει το νου να ησυχάζει από την αδιάκοπη φλυαρία της αυτοεπίκρισης φέρνοντας ειρήνη εντός. Της Ιουλίας Πιτσούλη
«Τι καιρό κάνει μέσα σου;» Ίσως δεν το έχεις σκεφτεί ποτέ έτσι, αλλά η διάθεσή μας μοιάζει πολύ με τις μεταβολές του καιρού, με τα χαμηλά και υψηλά βαρομετρικά του, την ομίχλη, τους θυελλώδεις ανέμους και τα διαστήματα με ήλιο. Αντίθετα από τα καιρικά φαινόμενα όμως, εμείς δεν εκδηλώνουμε πάντα την εσωτερική μας κατάσταση. Μπορεί να μαίνονται μέσα μας οι θύελλες ενώ έξω να δείχνουμε διάθεση…αιθρία , άντε με κατά τόπους νεφώσεις. Υπάρχει άραγε κάποιος τρόπος να φέρουμε περισσότερη λιακάδα μέσα μας; Η απάντηση είναι η αποδοχή. Είναι η μαγική κατάσταση που μας ησυχάζει , μας τρέφει και μας γαληνεύει. Η αποδοχή όμως είναι μεγάλη λέξη. Πριν από τον ερχομό της χρειάζεται να αναγνωρίσουμε και να παραδεχθούμε ό,τι συνέβη και ό,τι είπαμε ή κάναμε .
Συχνά βέβαια, είμαστε απρόθυμες να πάρουμε την ευθύνη για τα λόγια και τα έργα μας, προτιμάμε να φταίνε οι άλλοι. Παρ’ όλα αυτά υπάρχει και ένας πιο έξυπνος τρόπος για να αντέξουμε την ευθύνη μας : να δούμε τις αρνητικές αντιδράσεις μας όχι σαν βαριά σφάλματα αλλά σαν «σωματοφύλακες». Ας πάρουμε τα αρνητικά συναισθήματα για παράδειγμα. Ο θυμός είναι ένα είδος φύλακα που μάς σπρώχνει να διεκδικήσουμε, να βάλουμε όρια, να υψώσουμε το ανάστημά μας. Η ζήλια είναι ένας άλλος φύλακας ο οποίος μας δείχνει τι ακριβώς νομίζουμε ότι θέλουμε: αυτό που έχει ή είναι ο άλλος. Ο φόβος είναι ο κατεξοχήν φύλακας ο οποίος μας υποδεικνύει από τι να προφυλαχθούμε. Αν εξετάσουμε λοιπόν όλα τα αρνητικά συναισθήματα θα διαπιστώσουμε πως πρόκειται για απόπειρες προφύλαξης. Θέλουν να μας προσφέρουν υπηρεσία και γι αυτό είναι μονίμως σε επιφυλακή, σπεύδουν αστραπιαία με κάθε μικρή αφορμή, αγρυπνούν –και συχνά μας ξενυχτάνε κι εμάς-. Αυτοί οι φύλακες μπορούν να παραλληλιστούν με προγράμματα υπολογιστών που «τρέχουν» νύχτα μέρα. Δεν είναι «κακοί» , δεν είναι «αμαρτωλοί». Είναι απλώς λειτουργίες. Εκφράσεις ενός νου σε πλάνη.
Η δύναμη του «δέχομαι»
Η ανάγκη μας για αυτού του τύπου τους φύλακες, πηγάζει από την πεποίθηση μας ότι είμαστε ανεπαρκείς, ελλιπείς , τρωτοί ή μόνοι. Όμως, υπάρχει κι ένα άλλο κομμάτι μέσα μας, δίκαια περήφανο, επαρκές, μεγαλειώδες, ευφυές και γεμάτο καλοσύνη που για να συνδεθούμε μαζί του θα χρειαστεί πρώτα να κάνουμε ειρήνη μέσα μας. Να συμφιλιωθούμε με τον εαυτό μας. Όσο το εγώ μάς κρατά σε εσωτερική σύγκρουση προσπαθώντας από τη μια να μας πείσει ότι είμαστε ανεπαρκείς και ελλιπείς κι από την άλλη επικρίνοντάς μας γι αυτά ακριβώς, κρατά το νου μας απασχολημένο σε μια διαμάχη χωρίς τέλος. Φροντίζει να αποσπά την προσοχή μας και να τη στρέφει εκεί ώστε ποτέ να μην ησυχάσουμε και ποτέ να μην αναρωτηθούμε « μήπως τελικά είμαι και κάτι άλλο ;». Έτσι αναζητώντας τον Αληθινό Εαυτό μας είναι αναγκαίο να σταματήσουμε την εσωτερική διαμάχη. Η θεραπεία του «δέχομαι» είναι το πρώτο βήμα. Πρόκειται για την πρώτη αποταύτιση από την αγαπημένη ασχολία του εγώ: την επίκριση. Με ένα παράξενο τρόπο αυτό το «δέχομαι» δεν θα μας καταδικάσει σε αιώνια ανεπάρκεια αλλά θα μας ελευθερώσει εντελώς από αυτήν. Η αποδοχή του σκιώδους, ανεπαρκούς, ελλιπούς εαυτού μας είναι το ξεκίνημα για την διαδικασία της συγχώρεσης. Στην αρχή αυτή θα πάρει τη μορφή της αποδοχής και της συγχώρεσης του εαυτού μας για την ατέλεια και την ανεπάρκειά του. Ύστερα, θα πάρει τη μορφή της συγχώρεσης του εαυτού μας που πίστεψε ότι είναι ατελής και ανεπαρκής. Τότε, θα έχει ανοίξει η πύλη για να αναγνωρίσουμε τον Αληθινό Εαυτό μας.
Μια προσωπική εμπειρία
Στην τραγωδία του Αισχύλου «Προμηθέας Δεσμώτης» υπάρχει μια φράση που κρύβει μέσα της τη δύναμη να αλλάξει τον κόσμο μέσα κι έξω μας. Είναι η στιγμή που έχουν φτάσει οι Ωκεανίδες για να συμπαρασταθούν στον τιμωρημένο από το Δία Προμηθέα ο οποίος είναι δεμένος στο βράχο επειδή έκλεψε τη φωτιά από τους θεούς και την έδωσε στους ανθρώπους. Τον μαλώνουν τρυφερά που έκανε τόσο μεγάλο τόλμημα και τον συμπονούν για την κακοτυχία του . Και τότε εκείνος τους απαντά με μνημειώδη απλότητα και γενναιότητα : «Ότι θα πάθω το ήξερα, και τα όρια πέρασα, ξέροντας. Δέχομαι».
Αυτό το απλό και συνάμα συγκλονιστικό «δέχομαι» είναι σαν ένα σύνθημα για κατάπαυση του πυρός, μέσα μας. Φέρνει ειρήνη και την μεγάλη ευκαιρία στο νου να κοιτάξει πέρα από το εγώ. Το «δέχομαι» σταματά ακαριαία όλη τη φλυαρία του νου , και δεν μας αφήνει πια να αναλωνόμαστε σε προσπάθεια αποποίησης των ευθυνών μας, σε παζαρέματα για αποφυγή των συνεπειών , σε υπεκφυγές και εκλογικεύσεις προκειμένου να γλιτώσουμε από το σφυροκόπημα του εγώ, αλλά αντίθετα μας ωθεί να δεχθούμε να αναλάβουμε την ευθύνη για τις επιλογές μας. Αυτός που αναλαμβάνει την ευθύνη συνειδητοποιεί όχι ότι είναι ο ένοχος, αλλά ότι είναι ο επιλογέας. Αυτός μόνο μπορεί να κάνει άλλη επιλογή. Εκείνος που έχει την αιτία στα χέρια του, αυτός μπορεί και να την αλλάξει. Επειδή όσο αρνούμαστε μια πραγματικότητα δεν μπορούμε να αλλάξουμε τίποτα σ’ αυτήν.
Την εποχή που επεξεργαζόμουν τις ιδέες γύρω από το «δέχομαι» του Προμηθέα χρειάστηκε να επισκεφθώ ένα νοσοκομείο. Το περιβάλλον ήταν δυσάρεστο και ένιωθα δυσφορία. Είχε εφημερία και υπήρχαν ασθενείς σε φορεία, ο αέρας μύριζε αντισηπτικό και στον τοίχο το καλοριφέρ ήταν σκουριασμένο. Περπατώντας στο διάδρομο συνειδητοποίησα ότι είχα σφίξει όλο μου το σώμα. Σχεδόν κρατούσα την αναπνοή μου, βάδιζα πολύ βιαστικά και απέφευγα να κοιτάζω γύρω μου . Ένιωθα το περιβάλλον σαν μια απειλή και μια επίθεση εναντίον μου. Και τότε θυμήθηκα εκείνο το Προμηθεϊκό «δέχομαι». Και αποφάσισα να βυθιστώ ολόκληρη μέσα σ’ αυτό. Ακαριαία το σώμα μου χαλάρωσε και η ανάσα μου επανήλθε στο κανονικό. Έβλεπα τους ασθενείς κι έλεγα «δέχομαι», άκουγα τους ήχους του χώρου κι έλεγα «δέχομαι», μύριζα τη φαρμακίλα στον αέρα και έλεγα «δέχομαι», κοίταξα τη σκουριά του καλοριφέρ που σούρωνε στον τοίχο κι είπα «δέχομαι». Ένιωσα το φόβο και τη δυσφορία μου και είπα «δέχομαι» και σ’ αυτά. Δεν εξαίρεσα τίποτα. Και τότε με ένα παράξενο τρόπο απλώθηκε μέσα μου ένα απαλό κύμα γαλήνης και ησυχίας μαζί με μια αίσθηση εσωτερικής ισχύος. Εκείνες τις στιγμές διδάχθηκα τη συγκλονιστική δύναμη αυτού τού χωρίς εξαιρέσεις «δέχομαι». Ήταν σαν να ξαναγύριζα στον εαυτό μου.
Μέσα μου κάνει λιακάδα
Υπάρχει ένα παιχνίδι στημένο από το εγώ. Πρώτα μας φοβίζει και μας απειλεί ή μας κάνει να θυμώνουμε και μετά μας επιπλήττει για αυτά ακριβώς τα συναισθήματα. Μας σπρώχνει να κάνουμε λάθη και ύστερα ντύνεται με το ένδυμα του αυστηρού κριτή και μάς καταδικάζει. Μάς σπρώχνει σε αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές και αμέσως μάς μέμφεται και μάς επιτίθεται με δριμύτητα. Αλλά το είπαμε ήδη , μέσα μας υπάρχει επίσης εκείνη η κατάσταση του νου, η οποία κάνει τις επιλογές. Ο εσωτερικός Επιλογέας όμως έχει ένα χαρακτηριστικό: όπου κοιτάξει ταυτίζεται. Το εγώ προσπαθεί λοιπόν να αποσπάσει την προσοχή του με τις συνεχείς επιθέσεις, μομφές και επικρίσεις, με τους φόβους, τους θυμούς και τα παράπονα που εγείρει. Έτσι ο νους μας είναι συνεχώς απασχολημένος με αυτά και δεν καταφέρνει να αποστασιοποιηθεί λίγο για να θυμηθεί ότι είναι και κάτι άλλο. Όσο η εσωτερική διαμάχη συνεχίζεται ,ο επιλογέας έχει ξεχάσει τον εαυτό του και τη λειτουργία του. Γι αυτό η καθολική αποδοχή των αρνητικών εκδηλώσεών μας, είναι μια έξοχη αντιμετώπιση στο παιχνίδι του εγώ. Τη στιγμή κατά την οποία λέμε «δέχομαι, αυτό είναι έτσι » χωρίς να θελήσουμε να αρνηθούμε, να υπεκφύγουμε ή να βάλουμε σε λειτουργία άλλους μηχανισμούς άμυνας, αποκαθίσταται η εσωτερική ενότητά μας, η αρχική μας αθωότητα και η επίγνωση ότι είμαστε πολύ περισσότερα από έναν φοβισμένο, θυμωμένο ή ανεπαρκή εαυτό. Η εσωτερική συμφιλίωση έρχεται σαν το ουράνιο τόξο μετά τη βροχή. Και τότε μια ζεστασιά απλώνεται μέσα μας. Ο καιρός αλλάζει και μπορούμε πραγματικά να πούμε «Για δες! Κάνει επιτέλους λιακάδα μέσα μου.»